Ξυπνάω μες στη νύχτα από έναν θόρυβο που ακούστηκε στο καθιστικό. Σαν κάτι να έσπασε. Το ένστικτο επιβίωσης ενεργοποιήθηκε. Σκέφτηκα ότι κάποιος έχει εισβάλει στο σπίτι και πήγα να κλειδώσω την πόρτα του υπνοδωματίου. Μήπως να βγω να κοιτάξω; Μπορεί να έπεσε κάτι, σκέφτηκα.
Άνοιξα την πόρτα και είδα μια σκοτεινή φιγούρα να στέκεται απέναντι μου. Γιατί περίμενε; Ήθελε να δει αν θα αντιδρούσα; Μόλις αντιλήφθηκα τη φιγούρα να έρχεται κατά πάνω μου, αμέσως έκλεισα την πόρτα και κλείδωσα. Η καρδιά μου άρχισε να χτυπά τόσο γρήγορα και δυνατά με σκοπό να πεταχτεί από το στήθος μου και να το βάλει στα πόδια μόνη της.
Ο φόβος με κυρίευσε. Άκουγα τη φιγούρα να βροντοχτυπά την πόρτα. Δεν ήξερα πόσα χτυπήματα θα μπορούσε να αντέξει. Έπιασα το κινητό μου και κάλεσα την αστυνομία. Με ενημέρωσαν ότι σύντομα θα βρίσκονταν στο σπίτι μου. Θα ζω μέχρι τότε;
Το ένστικτο με οδήγησε να κλειδώσω την πόρτα. Τρόμαξα με τα χτυπήματα στην πόρτα. Έτρεφα ελπίδες για την άφιξη της αστυνομίας. Φοβήθηκα αν θα προλάβει. Η ελπίδα κι ο φόβος είναι άρρηκτα συνδεδεμένα συναισθήματα. Εκεί που ελπίζω για κάτι να συμβεί, φοβάμαι μήπως συμβεί κάτι άλλο. Ακόμα και οι πιο αισιόδοξοι ή ατρόμητοι χαρακτήρες υποβόσκουν τον φόβο της πιθανότητας. Αλλά κι όταν φοβόμαστε για κάτι, ελπίζουμε στην αλλαγή που θα ανατρέψει τα δεδομένα.
Πορευόμαστε με αυτά τα συναισθήματα καθημερινά. Κι αυτά ενεργοποιούνται από τη φορτισμένη, θετικά ή αρνητικά, κατάστασή μας. Όταν αναρωτιέμαι τι θα μαγειρέψω αύριο, αυτόματα έχω την ελπίδα ότι αύριο θα είναι μια συνηθισμένη μέρα και θα μαγειρέψω, δίχως να σκοτίζομαι για τις παραμέτρους που μπορεί να με αναγκάσουν να μην μαγειρέψω. Στο ασυνείδητο βέβαια, η διεργασία της ελπίδας επισκιάζεται από τον φόβο, γιατί δεν θα γνώριζα την ελπίδα αν δεν είχα αντιμετωπίσει τον φόβο. Και το αντίστροφο. Αναλόγως στο τι βιώσαμε ο καθένας μας αρχικά.
Σχολιάστε